Σύμφωνα με τον ∆. Τσάτσο "σύνταγμα είναι η συγκεκριμένη τάξη μιας πολιτείας, όπως την συμπυκνώνουν και την καθορίζουν οι θεμελιώδεις κανόνες δικαίου, οι οποίοι αντιστοιχούν στην συνολική (ιστορική) πραγματικότητα ενός συγκεκριμένου κοινωνικού σχηματισμού" ( Κ. Μαυριάς. Συνταγμ. ∆ίκαιο 3η έκδοση, 2004, σ. 167 ).
Το ισχύον Σύνταγμα του 1975 (αναθεωρημένο το 1986 και 2001) στα άρθρα 4-25 περιέχει διατάξεις που προστατεύουν τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα. Το ∆εύτερο Μέρος του Συντάγματος τιτλοφορείται «Ατομικά και Κοινωνικά ∆ικαιώματα».
Παιδί είναι σύμφωνα με το άρθρο 1 της ∆Σ∆Π κάθε άνθρωπος κάτω των 18 ετών.
Το άτομο στο διάστημα αυτό περνά από πολύ σημαντικές φάσεις της ζωής του από την νηπιακή και την σχολική ηλικία, στην εφηβεία και στην ενηλικίωση. ∆εν πρόκειται απλά για έναν άνθρωπο, αλλά για ένα άνθρωπο που μεγαλώνει. Γι’ αυτό χρειάζεται ιδιαίτερη φροντίδα.
Ένας ακόμη παράγοντας που διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο είναι η πνευματική και ψυχολογική ανωριμότητα ενός παιδιού. ́Εχει ανάγκη από προσοχή και καθοδήγηση για να πλάσει την προσωπικότητά του στο ακέραιο. Αυτός, άλλωστε, είναι και ο βασικός στόχος της Πολιτείας, τα παιδιά που είναι οι αυριανοί πολίτες να μεγαλώσουν όσο καλύτερα.
Γνωρίζοντας τις θεμελιώδεις αρχές του κράτους,τόσο καλύτερα θα λειτουργήσει ο γονιός στην συνέχεια.́ Ομως εκτός από αυτό ένα παιδί δεν είναι παρά το πιο αδύναμο και συνάμα το πιο πολύτιμο μέλος της κοινωνίας μας. Αξίζει τη μεγίστη προστασία.
Το Σύνταγμα στο άρθρο 4 παρ. 2 ορίζει ότι " Οι ́Έλληνες και Ελληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις" .
Στο άρθρο 5 οι φορείς των δικαιωμάτων διευρύνονται από τους Έλληνες και Ελληνίδες σε όλους τους ανθρώπους " καθένας έχει δικαίωμα " παρ.1, "όλοι όσοι βρίσκονται στην Ελληνική Επικράτεια" παρ. 2, " η προσωπική ελευθερία είναι απαραβίαστη" παρ. 3.
Τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα είναι πανανθρώπινα κατά βάση, εκτός από τις περιπτώσεις όπου ο νόμος επιφυλάσσει ένα δικαίωμα μόνο για τους ημεδαπούς.
Οι ανήλικοι και ειδικότερα τα παιδιά είναι φορείς δικαιωμάτων ή όχι;
Η "ικανότητα ατομικού δικαιώματος" δεν είναι ταυτόσημη με την "ικανότητα ασκήσεως ατομικού δικαιώματος", δηλαδή η ικανότητα κάποιου να είναι φορέας ενός δικαιώματος δεν ταυτίζεται με την ικανότητα του να το ασκεί (Π. ∆. ∆αγτόγλου. Συντ.. ∆ίκ. Ατομικά δικ. Α ́2ηέκδ. Σ. 87-88).
Στο δημόσιο δίκαιο υφίσταται η διάκριση ανάμεσα σε γενική και ειδική ικανότητα ατομικών δικαιωμάτων.
Η μεν γενική ρυθμίζεται από το Σύνταγμα και είναι δυνατόν να αποκτηθεί ή να εκλείψει με το πέρας μιας συγκεκριμένης ηλικίας, η δε ειδική και από νόμο, εφ’ όσον βέβαια υφίσταται συνταγματική εξουσιοδότηση η ικανότητα του ατομικού δικαιώματος ξεκινά το αργότερο με την γέννηση του ανθρώπου και δεν εκλείπει παρά με τον θάνατό του. ́
Οσον αφορά στην ικανότητα αυτοτελούς ασκήσεως του ατομικού δικαιώματος, αυτή είναι πλήρης, όταν το άτομο έχει συμπληρώσει το δέκατο όγδοο έτος της ηλικίας του. Τότε μπορεί να ασκήσει το εκλογικό του δικαίωμα και να έχει πλήρη δικαιοπρακτική ικανότητα (Αστικός Κώδικας άρθρο 127). Σ’ αντιδιαστολή, σύμφωνα με το ΑΚ άρθρο 128 όποιος δεν έχει συμπληρώσει το δέκατο έτος της ηλικίας του είναι ανίκανος για δικαιοπραξία. Γι’ αυτό, την άσκηση των ατομικών του δικαιωμάτων αναλαμβάνει ο νόμιμος αντιπρόσωπός του, όταν η άσκηση των δικαιωμάτων του απαιτεί να παρθεί μια απόφαση.
δείτε το ισχύον Ελληνικό Σύνταγμα πατώντας
εδώ
ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΣΑΣ
Θα μας ενδιέφερε η άποψή σας για το παραπάνω κείμενο.